Перевод: с греческого на английский

с английского на греческий

ὁ ἐντυγχάνων

См. также в других словарях:

  • ἐντυγχάνων — ἐντυγχάνω light upon pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οὑντυγχάνων — ἐντυγχάνων , ἐντυγχάνω light upon pres part act masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εντυγχάνω — ἐντυγχάνω (AM) 1. (με δοτ. προσ.) κατά τύχη συναντώ, απαντώ, βρίσκω κάποιον («ἐντυγχάνοντες ἀλλήλοισι» συναντώντας ο ένας τον άλλο, Ηρόδ.) 2. (για κείμενα, βιβλία, επιστολές κ.λπ.) παίρνω κατά τύχη στα χέρια μου, (και επομένως) διαβάζω, μελετώ 3 …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»